ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟΝ 19Ο ΑΙΩΝΑ
- 03.04.25 10:39

Ελάχιστοι περίμεναν ότι ο Τραμπ θα έφτανε τόσο μακριά. Σε μια εντυπωσιακή μεταστροφή της αμερικανικής οικονομικής στρατηγικής, ο Ντόναλντ Τραμπ προχώρησε στην επιβολή γενικευμένων δασμών. Μιλώντας στις 2 Απριλίου από τον Κήπο των Ρόδων του Λευκού Οίκου, ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ θα επιβάλλουν δασμούς 10% σε όλες τις εισαγωγές, ενώ θα ισχύσουν ακόμη υψηλότεροι «ανταποδοτικοί» δασμοί—ιδιαίτερα αυξημένοι σε ορισμένες περιπτώσεις—ως αντίποινα σε χώρες που, κατά τη δική του εκτίμηση, έχουν μεταχειριστεί την Αμερική άδικα. Σε συνδυασμό με άλλους δασμούς που ανακοινώθηκαν μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο, μέσα σε δέκα μόλις εβδομάδες, ο Τραμπ έχει ορθώσει ένα προστατευτικό τείχος γύρω από την αμερικανική οικονομία, αντίστοιχο με εκείνο της ύστερης βιομηχανικής εποχής του 19ου αιώνα, σημειώνει στην ανάλυσή του ο Economist.
Για τον Τραμπ, τα μέτρα αυτά αποτελούν μια προσπάθεια να κλείσει οριστικά η μακρά εποχή της όλο και μεγαλύτερης παγκόσμιας εμπορικής ελευθερίας. Η προηγούμενη κατάσταση, όπως υποστήριξε, επέτρεψε σε άλλα κράτη να «εκμεταλλευτούν» την Αμερική. «Για χρόνια, οι σκληρά εργαζόμενοι Αμερικανοί πολίτες έβλεπαν άλλες χώρες να πλουτίζουν και να ισχυροποιούνται – συχνά εις βάρος μας… Τώρα ήρθε η σειρά μας να ευημερήσουμε», δήλωσε. Οι νέοι δασμοί—οι πλέον γενικευμένοι που έχει επιβάλει ποτέ—συνιστούν, σύμφωνα με τον ίδιο, μια «διακήρυξη οικονομικής ανεξαρτησίας».
Ο Τραμπ βέβαια παρέβλεψε βολικά δύο βασικά δεδομένα: ότι η παγκοσμιοποίηση έχει φέρει στην Αμερική μια άνευ προηγουμένου ευημερία και ότι η χώρα υπήρξε ο κύριος αρχιτέκτονας των κανόνων που διέπουν το παγκόσμιο εμπόριο. Αν όμως εφαρμοστεί η δική του προσέγγιση, τότε το οικονομικό καθεστώς που οικοδομήθηκε σταθερά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, θεωρείται πλέον παρελθόν. Ο Τραμπ, αντί αυτού, εξήρε την ευημερία της Αμερικής στα τέλη του 19ου αιώνα—μια περίοδο κατά την οποία η χώρα ήταν αισθητά φτωχότερη απ’ ό,τι σήμερα. «Μπορούμε να είμαστε πιο πλούσιοι από κάθε άλλη χώρα, σε βαθμό που δεν θα το πιστεύετε», είπε.
ΤΟ ΤΡΙΠΛΟ ΣΟΚ ΚΑΙ Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
Μέρα με την ημέρα πληθαίνουν οι βολές από την εποχή Τραμπ, με πιο κομβική για…
Επιχειρήσεις, επενδυτές και διπλωμάτες προσπαθούν ακόμη να αποκωδικοποιήσουν τις λεπτομέρειες των νέων δασμών. Όμως, συνολικά, το πακέτο αποδεικνύεται πιο δυσοίωνο ακόμη και από τα πιο απαισιόδοξα σενάρια που είχαν διατυπωθεί λίγες μόλις ημέρες νωρίτερα. Οι εισαγωγές στις ΗΠΑ θα επιβαρυνθούν με έναν σταθμισμένο μέσο δασμό σχεδόν 24%, σύμφωνα με το ερευνητικό ινστιτούτο Evercore ISI—καταγράφοντας κατακόρυφη αύξηση από το περίπου 2% της περασμένης χρονιάς.
Για τις ΗΠΑ και τον υπόλοιπο κόσμο, ο χρόνος προσαρμογής είναι ελάχιστος. Ο καθολικός δασμός 10% σε όλες τις χώρες τίθεται σε ισχύ στις 5 Απριλίου, ενώ οι ανταποδοτικοί δασμοί, που στοχεύουν χώρες με μεγάλα διμερή πλεονάσματα έναντι των ΗΠΑ, θα εφαρμοστούν από τις 9 Απριλίου. Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, οι ανταποδοτικοί δασμοί υπολογίστηκαν από τη σύγκριση των δασμών που επιβάλλει κάθε χώρα στις ΗΠΑ, μαζί με άλλες παραμέτρους όπως «η χειραγώγηση νομισμάτων και τα εμπορικά εμπόδια» (σ.σ. κατηγόρησε τις άλλες χώρες για τέτοιες πρακτικες) — με τον τελικό συντελεστή να προκύπτει υποτίθεται από ένα «γενναιόδωρο» κούρεμα στο μισό, όπως το χαρακτήρισε ο Τραμπ. Ωστόσο, τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι ίσως απλώς χρησιμοποίησαν ένα πιο απλοϊκό κριτήριο: το διμερές εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ ως ποσοστό των εισαγωγών από κάθε χώρα.
Ως συνέπεια αυτής της προσέγγισης, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα έρθει αντιμέτωπη με δασμούς 20%, η Ινδία 26% και το Βιετνάμ 46%. Η Κίνα, από την πλευρά της, θα δει δασμούς τουλάχιστον 54%, αφού οι νέοι δασμοί προστίθενται στους ήδη υφιστάμενους. Τουρκία και Βρετανία θα παραμείνουν στο 10%. Ο Τραμπ δεσμεύτηκε επίσης να κλείσει ένα νομικό «παραθυράκι» που επέτρεπε σε ξένους κατασκευαστές, κυρίως Κινέζους, να εξάγουν προϊόντα αξίας κάτω των $800 στις ΗΠΑ χωρίς δασμούς — ένα μέτρο που απειλεί να διαλύσει την ηλεκτρονική εμπορική αγορά.
Ως μια μικρή «ελάφρυνση», οι δασμοί για ορισμένες κατηγορίες προϊόντων — όπως ο νέος δασμός 25% στα αυτοκίνητα — θα εξαιρούνται από τους δασμούς που αντιστοιχούν σε κάθε χώρα. Έτσι, για παράδειγμα, τα γερμανικά αυτοκίνητα θα αντιμετωπίσουν μόνο το 25%, χωρίς επιπλέον επιβάρυνση λόγω της Ε.Ε. Το ίδιο ισχύει για τις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου. Επίσης, αγαθά από το Μεξικό και τον Καναδά—τους δύο μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ—θα απαλλάσσονται από δασμούς, εφόσον συμμορφώνονται με τους κανόνες της συμφωνίας USMCA, την οποία ο Τραμπ είχε επαναδιαπραγματευθεί στην πρώτη του θητεία. Όπου δεν υπάρχει συμμόρφωση, θα επιβάλλεται δασμός 25%. Κι εκεί τελειώνουν οι εξαιρέσεις. «Αν θέλετε μηδενικό δασμό, τότε να φτιάχνετε τα προϊόντα σας εδώ, στην Αμερική», δήλωσε.
Μέχρι πρόσφατα, πολλοί αναλυτές ήλπιζαν σε δύο αισιόδοξα σενάρια με φόντο την επιθετική εμπορική ρητορική του Τραμπ. Το πρώτο ήταν πως χρησιμοποιούσε τους δασμούς ως διαπραγματευτικό όπλο, για να αποσπάσει παραχωρήσεις. Το δεύτερο, ότι θα υποχωρούσε αν οι αγορές αντιδρούσαν άσχημα, καθώς ενδιαφέρεται για τις μετοχές.
Όμως, οι νέες ανακοινώσεις έδειξαν πως και οι δύο αυτές υποθέσεις ήταν υπερβολικά αισιόδοξες. Όπως εξήγησε—επικαλούμενος τηλεοπτικές εμφανίσεις του από πριν 40 χρόνια—υπήρξε πάντοτε σκεπτικιστής απέναντι στο ελεύθερο εμπόριο, θεωρώντας ότι οι άλλες χώρες εκμεταλλεύονται την Αμερική. Δεν «κατηγόρησε» τους ξένους ηγέτες, τους χαρακτήρισε έξυπνους. Την ευθύνη απέδωσε στους προκατόχους του στον Λευκό Οίκο. Όσο για τις αγορές, φάνηκε να τις υποτιμά, υποστηρίζοντας ότι η επιτυχία του θα αποτυπωθεί στην αναβίωση των εργοστασίων της χώρας.
Το ερώτημα τώρα είναι πόσο άσχημα θα εξελιχθούν τα πράγματα στις αγορές και τελικά στην πραγματική οικονομία. Ο δείκτης S&P 500 έχει ήδη υποχωρήσει κατά σχεδόν 10% από τα τέλη Φεβρουαρίου. Στις ημέρες πριν την ανακοίνωση, οι αγορές είχαν σταθεροποιηθεί, αλλά με την ομιλία του Τραμπ—λίγο μετά το κλείσιμο των χρηματιστηρίων—τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης κατρακύλησαν, δείχνοντας μεγάλη πτώση για τις 3 Απριλίου. Παγκοσμίως, τα χρηματιστήρια αναμένεται να δεχθούν ισχυρές πιέσεις.
Αυτή η αναταραχή ίσως είναι μόνο το πρώτο δείγμα των συνεπειών που θα υποστούν πολίτες και επιχειρήσεις. Λόγω του εύρους των δασμών, ακόμη και σε φθηνά καταναλωτικά αγαθά από ασιατικές χώρες όπως το Μπανγκλαντές ή το Βιετνάμ, οι τιμές για τους καταναλωτές στις ΗΠΑ αναμένεται να αυξηθούν αισθητά. Ο πληθωρισμός, που είχε σταδιακά επανέλθει κοντά στο 2%, μπορεί να ξεπεράσει το 4% έως τα τέλη του έτους, σύμφωνα με την Capital Economics.
Παράλληλα, οι ζημιές στην οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να είναι πολύ μεγαλύτερες απ’ όσο υπολόγιζαν οι περισσότεροι. Πριν την ανακοίνωση των νέων μέτρων, η καταναλωτική εμπιστοσύνη είχε ήδη εξασθενήσει και η επιχειρηματική αβεβαιότητα είχε ενταθεί. Παρόλα αυτά, οι περισσότεροι οικονομολόγοι πίστευαν πως, λόγω της ισχυρής θεμελιώδους δυναμικής, η οικονομία θα επιβραδυνθεί αλλά δεν θα εκτροχιαστεί. Αυτή η ψυχραιμία ίσως αποδειχθεί λανθασμένη. Ο Μαρκ Ζάντι της Moody’s εκτιμά ότι, αν τα μέτρα εφαρμοστούν πλήρως, η ύφεση είναι αναπόφευκτη.
Ο Τραμπ, πάντως, φαίνεται πρόθυμος να πληρώσει το τίμημα του «βραχυπρόθεσμου πόνου» για να υλοποιήσει το όραμά του. Εκτός από την αναγέννηση της μεταποίησης, υποστηρίζει ότι τα μέτρα θα αποφέρουν «τρισεκατομμύρια δολάρια» στο κράτος, επιτρέποντας μείωση φόρων και αποπληρωμή του χρέους. Οι προβλέψεις αυτές θεωρούνται αποκυήματα φαντασίας: το πλήγμα από μια μόνιμη προστατευτική πολιτική που ευνοεί μη ανταγωνιστικές επιχειρήσεις θα επισκιάσει κάθε πιθανό όφελος. Αλλά ο Τραμπ πιστεύει ακράδαντα ότι, χάρη στη δική του διορατικότητα, αποκάλυψε την «απάτη» του παγκόσμιου εμπορίου. «Ήρθε η ώρα να φροντίσουμε τη δική μας χώρα», τόνισε. Στο δικό του σύμπαν, η Αμερική—η πλουσιότερη και ισχυρότερη χώρα του κόσμου—είναι θύμα. Και τώρα ήρθε η ώρα να αντεπιτεθεί.
©The Economist. Μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε από την Economia Media Α.Ε., έπειτα από ειδική άδεια. Το πρωτότυπο αγγλικό κείμενο βρίσκεται στο www.economist.com