Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

Η ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΤΑΙΓΙΔΑ

Η μεγάλη καταιγίδα
Φωτ. EPA
Μία ημέρα μετά την διακήρυξη οικονομικής «απελευθέρωσης» του Τραμπ και την επιβολή επιπλέον δασμών στις εισαγωγές από όλα τα κράτη του πλανήτη, 2,5 τρισεκατομμύρια δολάρια εξανεμίστηκαν σε ένα 24ωρο από τον δείκτη S&P. Ο φόβος και η ανησυχία κυριαρχούν όχι μόνο στο εξωτερικό, αλλά εξίσου και εντός των συνόρων...

Στις 2 Απριλίου, ο Ντόναλντ Τραμπ περίμενε «υπομονετικά» να κλείσει η Wall Street πριν κηρύξει εμπορικό πόλεμο στον υπόλοιπο πλανήτη, επιφυλάσσοντας το «ευνοϊκό ελάχιστο» 10% σε ορισμένα μόνο κράτη όπως η Βρετανία και η Τουρκία, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να «μεταβολίσει» δασμούς 20% και η Κίνα σε «καπέλο» 34%, με αποτέλεσμα η Apple, για παράδειγμα, να χάσει την επόμενη ημέρα 250 δισεκατομμύρια δολάρια από τη χρηματιστηριακή της αξία.

Οι νέοι δασμοί που ανακοίνωσε ο Τραμπ αποτελούν τους υψηλότερους που έχει επιβάλει η Ουάσιγκτον εδώ και πάνω από έναν αιώνα και παρά τις διαβεβαιώσεις του Αμερικανού πως θα εισρεύσουν τρισεκατομμύρια δολάρια στην εγχώρια οικονομία, η αμφιβολία κυριαρχεί και εντός συνόρων στον απόηχο της «Ημέρας Απελευθέρωσης»: την Πέμπτη η Wall Street σημείωσε βουτιά αμέσως μετά το άνοιγμα στη Νέα Υόρκη και το δολάριο υποχώρησε 1,6% αμέσως έναντι ανταγωνιστικών νομισμάτων. Ο Dow Jones, ο S&P 500 και ο Nasdaq Composite έκαναν «βουτιά στο άγνωστο» καταγράφοντας τη χειρότερη ημέρα από την πανδημική κρίση του 2020.

Καθώς οι οικονομολόγοι προβλέπουν έξαρση του πληθωρισμού και επιβράδυνση της ανάπτυξης, ο τραπεζικός κλάδος των ΗΠΑ βυθίστηκε, εν μέσω φόβων για ύφεση. Οι επενδυτές στράφηκαν στα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ – παραδοσιακό καταφύγιο σε περιόδους αναταραχής. «Βλέπουμε μαζική φυγή προς την ποιότητα, με επίκεντρο τα αμερικανικά ομόλογα», ανέφερε στους Financial Times ο Matthew Scott της επενδυτικής AllianceBernstein.

Η καταιγίδα στις αγορές λόγω των «ανταποδοτικών» δασμών έως 50% που θα εφαρμοστούν από τις 9 Απριλίου ξεκίνησε προκαταβολικά. Ενδεικτικό παράδειγμα της αθροιστικής πίεσης που θα ακολουθήσει είναι η περίπτωση των εισαγωγών από την Κίνα που θα επιβαρυνθούν με δασμούς άνω του 60%, μετά και την προσθήκη επιπλέον 34% στους ήδη υπάρχοντες φόρους. Σύμφωνα με αναλυτές, τα μέτρα ενδέχεται να περιορίσουν σημαντικά την ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας και να ωθήσουν τη χώρα σε στροφή από το εξαγωγικό μοντέλο παραγωγής προς την εγχώρια κατανάλωση.

Το Πεκίνο αντέδρασε έντονα. Το υπουργείο Εμπορίου της Κίνας ανακοίνωσε πως «θα λάβει αποφασιστικά αντίμετρα για να προστατεύσει τα δικαιώματα και τα συμφέροντά του», ενώ το υπουργείο Εξωτερικών σχόλιασε πως «όλο και περισσότερες χώρες τάσσονται κατά των μονομερών και εκβιαστικών πρακτικών των ΗΠΑ». Η Ευρώπη έχει επίσης προαναγγείλει αντίποινα που μένει βέβαια να συμφωνηθούν.

Με φόντο την διεθνή αναταραχή, ο Τραμπ υπεραμύνθηκε των δασμών, υποστηρίζοντας ότι θα οδηγήσουν σε αναβίωση της αμερικανικής μεταποίησης, θα τονώσουν τις επενδύσεις, θα αποτρέψουν την «εκμετάλλευση» των ΗΠΑ και θα αποφέρουν τρισεκατομμύρια δολάρια για τη χρηματοδότηση φορολογικών ελαφρύνσεων. «Οι αγορές θα απογειωθούν», επέμεινε χαρακτηριστικά την Πέμπτη, διαβεβαιώνοντας πως «η χώρα θα απογειωθεί» κατηγορώντας μακροχρόνιους εμπορικούς εταίρους πως «εκμεταλλεύονταν τις ΗΠΑ επί σειρά ετών».

Ενώ το οικονομικό χάος εξαπλωνόταν παγκοσμίως και εκατομμύρια Αμερικανοί συνταξιούχοι απέφευγαν να δουν τις συνδεδεμένες μετοχικές αποταμιεύσεις τους, ο Αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς προσπάθησε να καθησυχάσει, δηλώνοντας στο Newsmax: «Νιώθουμε καλά. Ειλικρινά, πίστευα ότι οι αγορές θα μπορούσαν να αντιδράσουν χειρότερα, δεδομένου του μεγέθους αυτής της μετάβασης».

Η αυτοπεποίθηση τους όμως δεν βασίζεται στην πραγματικότητα: αυτή ήταν η χειρότερη ημέρα της Wall Street τα τελευταία πέντε χρόνια, με απώλειες 2,5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων για τον δείκτη S&P, χωρίς αυτή η καταστροφή να οφείλεται σε πανδημία, φυσική καταστροφή, τρομοκρατική επίθεση ή εξωτερική κρίση. Ήταν αποτέλεσμα πολιτικής επιλογής.

Μπαίνοντας στο δεύτερο 24ωρο μετά τις ανακοινώσεις, το αμερικανικό CNN σχολιάζει: «καταστροφικές εξελίξεις μπορούν να προκύψουν όταν οι πρόεδροι απομακρύνονται, όπως όλα δείχνουν, από την κοινή λογική».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ